Στα πλαίσια της αθλητικής εκπαίδευσης, προκύπτουν θέματα εξωαγωνιστικά που κάθε προπονητής έχει αντιμετωπίσει λίγο ως πολύ. Ένα από αυτά είναι το “πνεύμα του νικητή” και πώς αυτό πρέπει να εμφυσηθεί στους αθλητές.
Πριν δούμε τι συμβαίνει στο σκάκι και τα άλλα αθλήματα, έχει ενδιαφέρον να αναφερθεί ότι όλο το internet έχει κατακλυστεί από ρήσεις όπως “Winners never quit and quitters never win” και άλλες παρόμοιες. Η συγκεκριμένη αποδίδεται σε ένα μεγάλο προπονητή του Αμερικανικού ποδοσφαίρου ονόματι Vince Lombardi. Αν το ψάξει κανείς μπορεί να βρει μπλουζάκια, κούπες, πόστερ κλπ, τυπωμένα με το παραπάνω απόσταγμα σοφίας του Αμερικανού προπονητή.
Το σκάκι είναι το καταλληλότερο άθλημα για να φιλοσοφήσουμε πάνω στο θέμα! Είναι από τα ελάχιστα αθλήματα που οι παίκτες μπορούν να εγκαταλείψουν τον αγώνα, για άλλο λόγο εκτός τραυματισμού. Νομίζω μόνο στα μαχητικά αθλήματα επιτρέπεται η εγκατάλειψη και εκεί στην μεγάλη πλειονότητα των περιπτώσεων, γίνεται για λόγους υγείας του αθλητή.
Κάποτε σε συζήτηση με πατέρα του οποίου το παιδί συμμετείχε σε σκακιστικές προπονήσεις, είχα αναφέρει ότι στο σκάκι τα παιδιά μαθαίνουν πότε πρέπει να εγκαταλείπουν. Και ότι με αυτό τον τρόπο το σκάκι τα βοηθάει να ωριμάζουν, να ξεπερνούν το παιδικό πείσμα και να αντιμετωπίζουν τις καταστάσεις που τους προκύπτουν πιο αντικειμενικά. Σήμερα θα απέφευγα τη συγκεκριμένη συζήτηση με όλους τους γονείς ανεξαιρέτως!
Η ποδοσφαιρική αθλητική κουλτούρα της χώρας μας δεν επιτρέπει αποκλίνουσες συμπεριφορές. Οι παίκτες πρέπει να αγωνίζονται από το πρώτο μέχρι το τελευταίο λεπτό χωρίς ανάσα και η ομάδα πρέπει να κερδίζει βρέξει χιονίσει. Αποτέλεσμα αυτού ακόμα και παιδιά με τις απαραίτητες σκακιστικές εμπειρίες, να παίζουν εντελώς χαμένες θέσεις μέχρι να γίνουν ματ.
Πόση αξία έχει αυτού του είδους η “μαχητικότητα”; Πώς θα καταφέρουμε ως προπονητές να πείσουμε τα παιδιά ότι δεν έχει σημασία να παίξουν μέχρι τέλους σε χαμένη εντελώς θέση; Σημασία έχει να μην κάνουν λάθη που θα μπορούσαν να αποφύγουν ανάλογα με το επίπεδό τους. Εφόσον χάνουν εμφανώς, τι εξυπηρετεί να παίξουν μερικές κινήσεις παραπάνω;
Για την ακρίβεια είναι επιζήμιο αγωνιστικά για τα ίδια τα παιδιά, αλλά και για την ομάδα. Είναι σημαντικό να μάθουν να εγκαταλείπουν, ακόμα και στις φιλικές παρτίδες όταν κάνουν σημαντικό λάθος, ώστε να αποκτήσουν την απαιτούμενη σοβαρότητα στο παιχνίδι τους και να αποφεύγουν τα λάθη!
Η μαχητικότητα στο σκάκι δεν έχει καμία σχέση με αυτή των άλλων αθλημάτων. Σε ένα αγώνα ποδοσφαίρου, αν μια ομάδα δεχτεί τρία γκολ στο πρώτο ημίχρονο, μπορεί να ελπίζει ότι θα τα ανταποδώσει στο δεύτερο. Στο σκάκι αν έχεις χάσει ένα κομμάτι δεν μπορείς να ελπίζεις σε τίποτα και είναι εξαιρετικά σημαντικό να γίνει αυτό κατανοητό, ώστε να αποφεύγεται η απώλεια του κομματιού.
Η λογική μοιάζει πολύ με τις προφυλάξεις που παίρνουμε απέναντι στις μεταδοτικές ασθένειες. Είναι πάντα καλύτερα να τις αποφύγεις από το να τις θεραπεύσεις…
Σε ομαδικό επίπεδο, αν σε μια σκακιέρα το αποτέλεσμα έχει κριθεί και παρόλα αυτά η παρτίδα συνεχίζεται, επίσης δημιουργούνται προβλήματα! Συμπαίκτες και αντίπαλοι παρακολουθούν άθελά τους το “θέαμα”, μιας και ένα παιχνίδι που πλησιάζει στη λήξη του, συγκεντρώνει τα βλέμματα πάνω του. Όσο πιο άπειρος είναι ο σκακιστής τόσο πιο πολύ επηρεάζεται από μια παρτίδα που τελειώνει, τόσο πιο πολύ δεν μπορεί να συγκεντρωθεί στη δική του παρτίδα ώστε να μην είναι η επόμενη που θα τελειώσει…
Παρτίδα χωρίς λάθη δεν γίνεται (εξαιρούνται αυτές του Κάρλσεν με τον εαυτό του). Όσο δεν μπορούμε να δούμε καθαρά πώς χάνουμε, παίζουμε με όλες μας τις δυνάμεις. Όταν η ήττα είναι προφανής και κρίνουμε ότι ο αντίπαλος είναι ικανός να κερδίσει, τότε οφείλουμε να εγκαταλείψουμε. Είναι κακή συνήθεια να παίζουμε με την κρυφή ελπίδα ότι ο αντίπαλος θα ανταποδώσει τα σφάλματά μας. Στο σκάκι έχει αξία η μαχητικότητα πριν το λάθος και όχι μετά από αυτό!
Τέλος η απάντηση στη ρήση του Lombardi και πάλι κάπου στο internet:
Αν η συνήθεια είναι επιζήμια καλό είναι να την εγκαταλείπουμε, όπως και την χαμένη παρτίδα.