Η Παγκόσμια Σκακιστική Ομοσπονδία έχει πάρει τη στρατηγική απόφαση, να μην διαχωρίσει το άθλημα του σκακιού σε ανδρικό και γυναικείο. Η απόφαση αυτή είναι λογική, μιας και δεν υπάρχει λόγος για τέτοιο διαχωρισμό σε ένα πνευματικό άθλημα, σε αντιδιαστολή με τα αγωνίσματα που απαιτούν, κατά κύριο λόγο, καλή φυσική κατάσταση.
Στις μέρες μας όμως επιτρέπεται να γίνονται “θετικές” διακρίσεις, όταν αυτές αποσκοπούν στο να βοηθήσουν μια “αδύναμη” κοινωνική ομάδα. Οι διακρίσεις αυτές δεν περιορίζονται μόνο στον αθλητισμό, αλλά έχουν επιβληθεί και σε άλλες δραστηριότητες όπως η πολιτική και η αγορά εργασίας. Φυσικά δεν αφορούν μόνο το γυναικείο φύλο, αλλά και άλλες κοινωνικές ομάδες που δεν μας απασχολούν στο παρόν άρθρο.
Είναι γεγονός, που επιβεβαιώνεται στατιστικά, ότι με το σκάκι ασχολούνται πολύ περισσότερα αγόρια απ’ ό,τι κορίτσια, τόσο στην Ελλάδα όσο και παγκοσμίως. Είναι επίσης γεγονός ότι σε κορυφαίο επίπεδο οι άνδρες κυριαρχούν και ιστορικά μόνο μία γυναίκα έχει κατορθώσει να αποτελέσει μέλος της παγκόσμιας σκακιστικής ελίτ. Η εξήγηση του παραπάνω φαινομένου μπορεί να είναι απλή με χρήση και μόνο της στατιστικής.
Το θέμα όμως στην παρούσα τοποθέτηση είναι οι “θετικές” διακρίσεις υπέρ των γυναικών στο Ελληνικό και κατ’ επέκταση στο παγκόσμιο σκακιστικό κόσμο. Κατά πόσο οι διακρίσεις αυτές είναι θετικές και κατά πόσο πρέπει να επιμείνουμε σε αυτές.
Η πρώτη διάκριση που γνωρίζουν οι μικρές σκακίστριες, είναι ότι παίζουν επίσημες παρτίδες κατά κύριο λόγο μόνο με κορίτσια.
Ας πάρουμε για παράδειγμα τα Εθνικά Πρωταθλήματα της Α΄, Β΄ και Γ΄εθνικής. Σε αυτά προβλέπονται ειδικές σκακιέρες για γυναίκες και νεανίδες διαφόρων ηλικιών. Στην Α΄εθνική προβλέπονται τρεις τέτοιες σκακιέρες μία χωρίς όριο ηλικίας, μία <16 ετών και μία <14 ετών. Παρόμοιες σκακιέρες υπάρχουν και στις υπόλοιπες κατηγορίες. Αυτό σημαίνει ότι κάθε ομάδα τοποθετεί τις τρεις καλύτερες σκακίστριές της, σ’ αυτές τις ηλικίες, αναγκαστικά σ’ αυτές τις σκακιέρες.
Και εδώ βρίσκεται το πρόβλημα. Οι ενεργές σκακίστριες ακόμα και στα πολύ δραστήρια σωματεία είναι πολύ λίγες. Δεν είναι σπάνιο ένα σωματείο Α΄εθνικής κατηγορίας και να μην έχει ούτε αυτές τις τρεις σκακίστριες που απαιτούνται και να είναι έτσι υποχρεωμένο να κάνει μεταγραφές ή να χρησιμοποιήσει αλλοδαπές σκακίστριες. 13 από τις 34 ομάδες της τελικής φάσης είχαν αλλοδαπή σκακίστρια στη σύνθεσή τους, όπως μπορείτε να δείτε στην ιστοσελίδα του πρωταθλήματος.
Το ζήτημα δεν τελειώνει με τα εθνικά πρωταθλήματα αφού και στο σημαντικότερο νεανικό πρωτάθλημα (ομαδικό παίδων – κορασίδων), το μόνο με τελική πανελλήνια φάση, επίσης απαιτείται η παρουσία δύο νεανίδων σε ξεχωριστές σκακιέρες.
Μήπως το ζήτημα εξαντλείται στα διασυλλογικά; Φυσικά και όχι. Τα ατομικά νεανικά πρωταθλήματα τόσο στις περιφέρειες όσο και σε πανελλήνια κλίμακα διεξάγονται σε δύο ομίλους, ένα γενικό και ένα γυναικείο…
Ποια είναι η επίδραση αυτού του διαχωρισμού στη δυναμικότητα των σκακιστριών; Μήπως η σκακιστική τους εκπαίδευση περιορίζεται δραστικά όταν αντιμετωπίζουν χαμηλής δυναμικότητας αντιπάλους; Μήπως αναγκάζουμε τα κορίτσια να μένουν στάσιμα με τις διακρίσεις που έχουν θεσμοθετηθεί;
Υπάρχει απλός τρόπος να διατηρηθούν οι θετικές διακρίσεις και μάλιστα για όλες τις κοινωνικές ομάδες που ενδιαφέρουν το σκάκι. Το βασικό κριτήριο πρέπει να είναι να μην απομονώνονται αυτές οι ομάδες εξ αιτίας των διακρίσεων, όπως ακριβώς συμβαίνει με τη σημερινή κατάσταση.
Η λύση θα μπορούσε να είναι να παραμείνει η ποσόστωση στις συνθέσεις των ομάδων, όμως η σειρά με την οποία αγωνίζονται οι αθλητές και οι αθλήτριες κάθε ομάδας να εξαρτάται αποκλειστικά από τη δυναμικότητά τους και όχι από το φύλο ή την ηλικία τους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο οι ισχυρές σκακίστριες θα αντιμετώπιζαν κατάλληλους αντιπάλους που θα βοηθούσαν την σκακιστική τους εξέλιξη, αντί να παίζουν σε ένα ξεχωριστό γυναικείο μίνι-πρωτάθλημα που περιλαμβάνεται στο γενικό.
Ο τρόπος με τον οποίο εφαρμόζονται σήμερα οι θετικές διακρίσεις, καταργεί τη θεμελιώδη απόφαση της παγκόσμιας ομοσπονδίας που θέλει το σκάκι να μην χωρίζεται σε ανδρικό και γυναικείο. Το σημαντικότερο όμως είναι ότι δημιουργεί στεγανά και απομονώνει τα άτομα τα οποία προσπαθεί να βοηθήσει.
Ένα γενικό σχόλιο πάνω στις διακρίσεις είναι ότι από τη στιγμή που υπάρχουν πάρα πολλά open τουρνουά, το κάθε κορίτσι – και όχι μόνον – έχει τη δυνατότητα να ανταγωνιστεί πολύ καλύτερους του και ν’ ανέβει σκακιστικά. Άλλωστε τα διασυλλογικά καθώς και τα ατομικά είναι ελάχιστα σε σχέση με τα open που γίνονται, οπότε δεν υπάρχει πρόβλημα τουλάχιστον στις μεγάλες πόλεις. Καταλαβαίνω ότι υπάρχει πρόβλημα στην επαρχία σε μικρές πόλεις αλλά και εκεί το ζήτημα μπορεί να λυθεί με εσωτερικά αξιολογημένα τουρνουά όπου οι μικρές σκακίστριες θα αντιμετώπιζαν καλύτερους σκακιτστές ακόμα και τους δασκάλους τους.
Άρα και εκεί λύνεται το πρόβλημα! Ας υπάρχει η κατηγοριοποίηση για να μην απογοητεύονται και κορίτσια που θέλουν απλά να παίξουν σκάκι – άλλωστε δεν ενδιαφέρονται όλοι όσοι παίζουν σκάκι να γίνουν μαιτρ και γι’ αυτό πρέπει να υπάρχουν και κατηγορίες ακόμα και με βάση το ελο – και όποιος ή όποια θέλει να συμμετέχει σε open και να δοκιμάζεται σε πιο πάνω επίπεδα και να βελτιώνεται να έχει και αυτός/η αυτή τη δυνατότητα.
Άλλωστε στα περισσότερα open τουρνουά ακόμα και σ’ αυτά διοργανώνονται βάσει του ελο έχει δικαίωμα όποιος/α θέλει ανεξαρτήτως ηλικίας να δοκιμαστεί και σε πιο πάνω group απ΄ αυτό που έχει βάσει του ελο του/της.
Μια ματιά στα open θα δει κανείς κορίτσια να αντιμετωπίζουν παίκτες διαφόρων δυναμικοτήτων. Άρα αυτό που χρειάζεται ένα κορίτσι είναι να έχει περισσότερες ευκαιρίες και στις δύο πλευρές. Αν θέλει να ανεβάσει επίπεδο και να ανταγωνίζεται καλύτερους σκακιστές, τότε περισσότερα open μπορούν να του δώσουν αυτή τη δυνατότητα και να μη περιμένει μόνο τα διασυλλογικά.
Αν όμως θέλει να παίζει “κοινωνικό” σκάκι αλλά με κανόνες όσον αφορά το χρόνο, και τις αθλητικές συνθήκες, αυτό μπορεί να επιτευχθεί όταν παίζει σε τουρνουά κοντύτερα στο επίπεδό του.
Άρα πολλά τουρνουά διαφορετικών δυνατοτήτων σε συνδυασμό με open τουρνουά είναι η λύση και να μη περιμένουμε μόνον τις 7 ή τις 9 παρτίδες των διασσυλογικών πρωταθλημάτων.